Πέμπτη 28 Αυγούστου 2014

Κώστας Βάρναλης - Πρωτοχρονιάτικο

Σαράντα σβέρκοι βωδινοὶ μὲ λαδωμένες μποῦκλες
σκεμπέδες, σταβροθόλωτοι καὶ βρώμιες ποδαροῦκλες
ξετσίπωτοι, ἀκαμάτηδες, τσιμπούρια καὶ κορέοι
ντυμένοι στὰ μαλάματα κ᾿ ἐπίσημοι κι ὡραῖοι.

Σαράντα λύκοι μὲ προβιὰ (γι᾿ αὐτοὺς χτυπᾷ ἡ καμπάνα)
καθένας γουρουνόπουλο, καθένας νταμιτζάνα!
Κι ἀπὲ ρεβάμενοι βαθιὰ ξαπλώσανε στὸ τζάκι,
κι ἀβάσταγες ἐνιώσανε φαγοῦρες στὸ μπατζάκι.

Ὄξ᾿ ὁ κοσμάκης φώναζε: «Πεινᾶμε τέτοιες μέρες»
γερόντοι καὶ γερόντισσες, παιδάκια καὶ μητέρες
κ᾿ οἱ τῶν ἐπίγειων ἀγαθῶν σφιχτοὶ νοικοκυρέοι
ἀνοῖξαν τὰ παράθυρα καὶ κράξαν: «Εἶστε ἀθέοι».

Τετάρτη 27 Αυγούστου 2014

Νίκος Καββαδίας - Γράμμα ἑνὸς ἀρρώστου

Φίλε μου Ἀλέξη, τό ῾λαβα τὸ γράμμα σου
καὶ μὲ ρωτᾶς τί γίνομαι, τί κάνω;
Μάθε, ὁ γιατρὸς πὼς εἶπε στὴ μητέρα μου
ὅτι σὲ λίγες μέρες θὰ πεθάνω...

Εἶναι καιρὸς ὅπου ἔπληξα, διαβάζοντας
ὅλο τὰ ἴδια ποὺ ἔχω ἐδῶ βιβλία,
κι ὅλο ἐποθοῦσα κάτι νέο νὰ μάθαινα
ποὺ νὰ μοῦ φέρει λίγη ποικιλία.

Κι ἦρθεν ἐχθὲς τὸ νέο ἔτσι ἀπροσδόκητα
-σιγὰ ὁ γιατρὸς στὸ διάδρομο ἐμιλοῦσε-
καὶ τ᾿ ἄκουσα. Στὴν κάμαρα ἐσκοτείνιαζε
κι ὁ θόρυβος τοῦ δρόμου ἐσταματοῦσε.

Ἔκλαψα βέβαια, κάτω ἀπ᾿ τὴν κουβέρτα μου.
Λυπήθηκα. Γιὰ σκέψου, τόσο νέος!
Μὰ στὸν ἑαυτό μου ἀμέσως ὑποσχέθηκα
πὼς θὰ φανῶ, σὰν πάντοτε, γενναῖος.

Θυμᾶσαι, ποὺ ταξίδια ὀνειρευόμουνα
κι εἶχα ἕνα διαβήτη κι ἕνα χάρτη
καὶ πάντα γιὰ νὰ φύγω ἑτοιμαζόμουνα
κι ὅλο ἡ μητέρα μοῦ ῾λεγε: Τὸ Μάρτη...

Τώρα στὸ τζάμι ἕνα καράβι ἐσκάρωσα
κι ἕνα τοῦ Μὰγκρ στιχάκι ἔχω σκαλίσει:
«Τί θλίψη στὰ ταξίδια κρύβεται ἄπειρη!»
Κι ἐγὼ γιὰ ἕνα ταξίδι ἔχω κινήσει.

Νὰ πεῖς στοὺς φίλους χαιρετίσματα,
κι ἂν τύχει κι ἀνταμώσεις τὴν Ἑλένη,
πὼς μ᾿ ἕνα φορτηγὸ -πές της- μπαρκάρισα
καὶ τώρα πιὰ νὰ μὴ μὲ περιμένει...

Ἀλήθεια! Ὁ Χάρος ἤθελα νὰ ῾ρχότανε
σὰν ἕνας καπετάνιος νὰ μὲ πάρει
χτυπώντας τὶς βαριὲς πέτσινες μπότες του
κι ἕνα μακρὺ τσιμπούκι νὰ φουμάρει.

Ἀλέξη, νιώθω τώρα πὼς σ᾿ ἐκούρασα.
Μπορεῖ κιόλας νὰ σ᾿ ἔκαμα νὰ κλάψεις.
Δὲ θά ῾βρεις, βέβαια, λόγια γιὰ μι᾿ ἀπάντηση.
Μὰ δὲ θὰ λάβεις κόπο νὰ μοῦ γράψεις...

Τρίτη 26 Αυγούστου 2014

Κωνσταντῖνος Π. Καβάφης - Κεριά

Τοῦ μέλλοντος ἡ μέρες στέκοντ᾿ ἐμπροστά μας
σὰ μιὰ σειρὰ κεράκια ἀναμένα –
χρυσά, ζεστά, καὶ ζωηρὰ κεράκια.

Ἡ περασμένες μέρες πίσω μένουν,
μία θλιβερὴ γραμμὴ κεριῶν σβυσμένων·
τὰ πιὸ κοντὰ βγάζουν καπνὸν ἀκόμη,
κρύα κεριά, λιωμένα, καὶ κυρτά.

Δὲν θέλω νὰ τὰ βλέπω· μὲ λυπεῖ ἡ μορφή των,
καὶ μὲ λυπεῖ τὸ πρῶτο φῶς των νὰ θυμοῦμαι.
Ἐμπρὸς κυττάζω τ᾿ ἀναμένα μου κεριά.

Δὲν θέλω νὰ γυρίσω νὰ μὴ διῶ καὶ φρίξω
τί γρήγορα ποὺ ἡ σκοτεινὴ γραμμὴ μακραίνει,
τί γρήγορα ποὺ τὰ σβυστὰ κεριὰ πληθαίνουν.

Δευτέρα 25 Αυγούστου 2014

Κώστας Καρυωτάκης - Κι ἂν ἔσβησε σὰν ἴσκιος...

Κι ἂν ἔσβησε σὰν ἴσκιος τ᾿ ὄνειρό μου,
κι ἂν ἔχασα γιὰ πάντα τὴ χαρά,
κι ἂν σέρνομαι στ᾿ ἀκάθαρτα τοῦ δρόμου,
πουλάκι μὲ σπασμένα τὰ φτερά·

κι ἂν ἔχει, πρὶν ἀνοίξει, τὸ λουλούδι
στὸν κῆπο τῆς καρδιᾶς μου μαραθεῖ,
τὸ λεύτερο ποὺ ἐσκέφτηκα τραγούδι
κι ἂν ξέρω πὼς ποτὲ δὲ θὰ εἰπωθεῖ·

κι ἂν ἔθαψα τὴν ἴδια τὴ ζωή μου
βαθιὰ μέσα στὸν πόνο ποὺ πονῶ --
καθάρια πὼς ταράζεται ἡ ψυχή μου
σὰ βλέπω τὸ μεγάλο οὐρανό,

ἡ θάλασσα σὰν ἔρχεται μεγάλη,
καὶ ὀγραίνοντας τὴν ἄμμο τὸ πρωί,
μοῦ λέει γιὰ κάποιο γνώριμο ἀκρογιάλι,
μοῦ λέει γιὰ κάποια πού ῾ζησα ζωή!

Παρασκευή 22 Αυγούστου 2014

Κώστας Οὐράνης - Περαστικές

Γυναῖκες ποὺ σᾶς εἶδα σ᾿ ἕνα τραῖνο
τὴ στιγμὴ ποὺ κινοῦσε γι᾿ ἄλλα μέρη·
γυναῖκες ποὺ σᾶς εἶδα σ᾿ ἄλλου χέρι
μὲ γέλιο νὰ περνᾶτε εὐτυχισμένο·
γυναῖκες, σὲ μπαλκόνια νὰ κοιτᾶτε
στὸ κενὸ μ᾿ ἕνα βλέμμα ξεχασμένο,
ἢ ἀπὸ ἕνα πλοῖο σαλπαρισμένο
μ᾿ ἕνα μαντήλι ἀργὰ νὰ χαιρετᾶτε:
νὰ ξέρατε μὲ πόση νοσταλγία,
στὰ δειλινὰ τὰ βροχερὰ καὶ κρύα,
σᾶς ξαναφέρνω στὴν ἀναμνησή μου,
γυναῖκες, ποὺ περάσατε μίαν ὥρα
ἀπ᾿ τη ζωή μου μέσα -καὶ ποὺ τώρα
κρατᾶτε μου στὰ ξένα τὴν ψυχή μου!

Πέμπτη 14 Αυγούστου 2014

Μανόλης Ἀναγνωστάκης - Κι ἤθελε ἀκόμη...

Κι ἤθελε ἀκόμη πολὺ φῶς νὰ ξημερώσει. Ὅμως ἐγὼ
Δὲν παραδέχτηκα τὴν ἧττα. Ἔβλεπα τώρα
Πόσα κρυμμένα τιμαλφῆ ἔπρεπε νὰ σώσω
Πόσες φωλιὲς νεροῦ νὰ συντηρήσω μέσα στὶς φλόγες.
Μιλᾶτε, δείχνετε πληγὲς ἀλλόφρονες στοὺς δρόμους
Τὸν πανικὸ ποὺ στραγγαλίζει τὴν καρδιά σας σὰ σημαία
Καρφώσατε σ᾿ ἐξῶστες, μὲ σπουδὴ φορτώσατε τὸ ἐμπόρευμα
Ἡ πρόγνωσίς σας ἀσφαλής: Θὰ πέσει ἡ πόλις.
Ἐκεῖ, προσεχτικά, σὲ μιὰ γωνιά, μαζεύω μὲ τάξη,
Φράζω μὲ σύνεση τὸ τελευταῖο μου φυλάκιο
Κρεμῶ κομμένα χέρια στοὺς τοίχους, στολίζω
Μὲ τὰ κομμένα κρανία τὰ παράθυρα, πλέκω
Μὲ κομμένα μαλλιὰ τὸ δίχτυ μου καὶ περιμένω.
Ὄρθιος καὶ μόνος σὰν καὶ πρῶτα περιμένω.