Πόσος θάνατος κυκλοφορεῖ στοὺς δρόμους,
πόσος καλοντυμένος θάνατος:
ἄντρες μὲς στ’ ἀκριβὰ κοστούμια τους
γυναῖκες μέσα στὰ πλούσια παλτά τους.
Δείχνουνε ζωντανοὶ
καὶ θὰ μποροῦσες νὰ τοὺς πεῖς εὐτυχισμένους
καθὼς μὲ δῶρα ἐπισκέψεις ἀνταλλάσσουνε.
Μὰ τὸ βράδυ
πού ἐπιστρέφουνε στὰ σπίτια τους
κι ἀρχίζουν νὰ ξεντύνονται ἀργά,
μέσα ἀπ’ τὸν καθρέφτη
ἕνας πεθαμένος τοὺς κοιτάζει.